Eπιστημονική τεκμηρίωση παιδο-ορθοπαιδικών επεμβάσεων σε εγκεφαλική παράλυση
Η σπαστικότητα μαζί με τις δυστονίες και την αταξία αποτελούν τους τρεις κύριους τύπους της εγκεφαλικής παράλυσης. Η σπαστικότητα ως προεξάρχον σύμπτωμα, μπορεί να προκαλέσει βραχυ- και μακροπρόθεσμες συνέπειες σε παιδιά και ενήλικες, όπως ραιβοϊπποποδία, σκολίωση και εξάρθρωση ισχίων. Η αντιμετώπιση της σπαστικότητας είναι περισσότερο επιτυχημένη (1) όσο μικρότερη είναι η αναπηρία που η εγκεφαλική παράλυση προκαλεί και (2) όσο πιο γρήγορα γίνει η διάγνωση και αντιμετώπιση. Επομένως, οι γονείς δικαιολογημένα ψάχνουν τρόπους για να μειωθεί η σπαστικότητα όσο περισσότερο γίνεται.
Ποιες είναι οι κύριες διαθέσιμες θεραπείες:
- Φυσικοθεραπείες.
- Θεραπεία με αλλαντική τοξίνη.
- Παιδοχειρουργικές επεμβάσεις.
- Νευροχειρουργικές επεμβάσεις.
Evidence για αυτές τις θεραπείες:
Για τη θεραπεία με αλλαντική τοξίνη (Botox®),
υπάρχουν απτά δεδομένα από κλινικές δοκιμές και εμπειρία από ασθενείς,
που δείχνουν την αποτελεσματικότητά της στη μείωση της σπαστικότητας,
της δυστονίας και στη βελτίωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων. Συνήθως,
σε παιδιά μικρότερης ηλικίας είναι η θεραπεία εκλογής, εφόσον η σπαστικότητα είναι:
- σε αρχικό στάδιο
- αναστρέψιμη
- εστιακή, δηλ. σε λίγες μυϊκές ομάδες.
Πλεονεκτήματά της είναι η δυνατότητα διορθώσεων σε βάθος χρόνων (λόγω αναστρεψιμότητας των αποτελεσμάτων), η μεγάλη ασφάλεια και η προσαρμογή της θεραπείας στο πέρασμα των χρόνων, βάσει της κινητικής εξέλιξης και της ανάπτυξης του παιδιού. Με τα σημερινά δεδομένα, η θεραπεία αλλαντικής τοξίνης έχει επίσημη ένδειξη για παιδιά μεγαλύτερα των 2 ετών.
Τι ισχύει όμως για τις άλλες θεραπείες: Ιδανικά, η καταλληλότερη θεραπεία για κάθε πάσχοντα και ο χρόνος στον οποίον αυτή θα εφαρμοστεί, οφείλει να καθορίζεται βάσει κριτηρίων τεκμηριωμένης ιατρικής και όχι βάσει της εξειδίκευσης του θεραπευτή ή του γιατρού. Αυτά τα κριτήρια προέρχονται από συνδυασμό τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών, αναδρομικών μελετών, μεμονωμένων περιπτώσεων της βιβλιογραφίας και κλινικής εμπειρίας . Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι δεν έχουν όλες οι θεραπείες το ίδιο επίπεδο τεκμηρίωσης και η διαδικασία λήψης αποφάσεων θα πρέπει να εξατομικεύεται με βάση τις συγκεκριμένες ανάγκες και περιστάσεις κάθε ασθενούς.
Δυστυχώς στην Ελλάδα φαίνεται ότι εφαρμόζονται σε πολύ πρώιμο στάδιο οι ορθοπαιδικές και νευροχειρουργικές επεμβάσεις, ακόμα και σε περιπτώσεις που αυτές δεν έχουν ξεκάθαρη ένδειξη. Μπορεί αυτές οι επεμβάσεις να ήταν σχεδόν μονόδρομος προ 20 ετών, ακόμα και σε εστιακή, αναστρέψιμη σπαστικότητα, σήμερα όμως τα δεδομένα θα έπρεπε να έχουν αλλάξει. Κάποιες φορές ίσως να υπάρχει άγνοια, άλλες φορές μειωμένη διάθεση για ομαδική δουλειά ή διάφοροι άλλοι λόγοι, όμως οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να έχουν στόχο την ουσιαστική βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και μάλιστα σε βάθος χρόνου.
Όταν μιλάμε για τα αρχικά στάδια ανάπτυξης, σε μη μόνιμη και εστιακή σπαστικότητα, η συνηθέστερη θεραπευτική διαχείριση θα έπρεπε να είναι αρχικά η θεραπεία με αλλαντική τοξίνη, ταυτόχρονα με φυσιο- και εργοθεραπείες. Σε επόμενα στάδια ή σε βαρύτερες περιπτώσεις, ενδέχεται η θεραπεία με αλλαντική τοξίνη και η χαλάρωση συγκεκριμένων σπαστικών και δυστονικών μυών να κάνει ευκολότερο το έργο των κινησιοθεραπευτών. Σε περιπτώσεις μόνιμων παραμορφώσεων ή σε περιπτώσεις γενικευμένης σπαστικότητας/δυστονίας, ίσως έχουν θέση οι χειρουργικές επεμβάσεις.
Έτσι, για χειρουργικές παρεμβάσεις, όπως επιμηκύνσεις ή απελευθερώσεις τενόντων και νευροχειρουργικές επεμβάσεις, τα ερευνητικά δεδομένα μπορεί να μην είναι τόσο ισχυρά, λόγω της πολυπλοκότητας της εγκεφαλικής παράλυσης και των προκλήσεων στη διεξαγωγή τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών μεγάλης κλίμακας. Ωστόσο, μελέτες και αναφορές περιστατικών έχουν δείξει θετικά αποτελέσματα για συγκεκριμένους-επιλεγμένους ασθενείς.