Συνεργασία φυσιάτρου και θεραπευτών/γιατρών σε ασθενείς με σπαστικότητα
Η αλλαντική τοξίνη είναι η θεραπεία εκλογής στη χαλάρωση των σπαστικών μυών σε καταστάσεις όπως π.χ. αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή πολλαπλή σκλήρυνση, ενώ οι διάφοροι θεραπευτές είναι υπεύθυνοι για τη βελτίωση της λειτουργικότητας των ασθενών μετά τις εγχύσεις.
Η συνεργασία μεταξύ ενός φυσιάτρου που εγχέει αλλαντική τοξίνη (botulinumtoxin) και άλλων επαγγελματιών υγείας, όπως φυσιο- ή εργοθεραπευτές, σε ασθενείς με σπαστικότητα θα πρέπει να είναι σχέση συνεργασίας, ιδανικά να λειτουργούν ως ομάδα. Το ίδιο ισχύει και με τους ιατρούς άλλων ειδικοτήτων.
Τι ισχύει στην Ελλάδα:
Δυστυχώς σήμερα υπάρχει έλλειψη γνώσης, εμπειρίας και εξειδικευμένων επαγγελματιών υγείας που ασχολούνται με τις εγχύσεις αλλαντικής τοξίνης. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ειδική θεραπεία της σπαστικότητας είναι ελάχιστα γνωστή. Πολλοί ασθενείς υποδιαγιγνώσκονται και υποθεραπεύονται. Η λανθασμένη αντιμετώπιση της σπαστικότητας γίνεται τόσο από γιατρούς, όσο και από θεραπευτές, που δεν είναι εξοικειωμένοι με την botulinumtoxin και τα δυνητικά αποτελέσματα της.
Πολλοί φυσικοθεραπευτές και εργοθεραπευτές, λοιπόν είτε δεν γνωρίζουν για τη θεραπεία με τοξίνη ή έχουν ανασφάλεια να παραπέμψουν ασθενείς σε ειδικούς επαγγελματίες φοβούμενοι, ότι θα τους "χάσουν". Όμως οι δυνατότητες θεραπείας ασθενών με χαλαρότερους μύες είναι κατά πολύ ανώτερες από αυτές που έχουν ασθενείς με σπαστικούς μύες. Η χαλάρωση μυών μπορεί να προσφέρει πολύ καλύτερο λειτουργικό αποτέλεσμα όσον αφορά τους στόχους του ασθενή, δηλαδή της βάδισης, της αντιμετώπισης του πόνου, της διευκόλυνσης της νοσηλευτικής φροντίδας, της κινητικότητας των άνω άκρων κτλ. Η ειδική θεραπεία σπαστικότητας είναι λοιπόν συμπληρωματική θεραπεία της φυσικο- και εργοθεραπείας και σε καμία περίπτωση δεν την υποκαθιστά.
Πότε δεν επιλέγονται κατάλληλες θεραπείες:
Πολύ συχνά οι νευρολόγοι ξεκινούν με θεραπείες δεύτερης γραμμής, σύμφωνα με τις παγκόσμιες κατευθυντήριες οδηγίες, δηλαδή με μυοχαλαρωτικά φάρμακα τα οποία έχουν ελάχιστη ΄ή καθόλου δράση στις ανεκτές από τους ασθενείς δόσεις, πριν δηλαδή ξεκινήσουν οι ανεπιθύμητες ενέργειες.
Άλλοι επεμβατικοί γιατροί επιλέγουν να θεραπεύσουν πολύ νωρίς ή τους μη κατάλληλους ασθενείς με μόνιμα χειρουργεία, όπως τενομεταθέσεις, τενοτομές κτλ. Οι θεραπείες αυτές από (παιδο) ορθοπαιδικούς είναι σωστές σε ένα πολύ μικρό, συγκεκριμένο δείγμα ασθενών με σπαστικότητα, όχι όμως σε όλους. Αυτό σημαίνει, ότι η παραπομπή σε επεμβατικούς γιατρούς δεν είναι εκ προοιμίου λανθασμένη, θα πρέπει όμως να γίνεται πολύ προσεκτικά και μόνο όταν υπάρχει συγκεκριμένη ένδειξη.
*Στο παραπάνω σχήμα φαίνεται πότε έχει ένδειξη η κάθε θεραπεία για τη σπαστικότητα. Με τον όρο εστιακή σπαστικότητα εννοείται η σπαστικότητα σε μύες μερικών αρθρώσεων, ενώ με τον όρο αναστρέψιμη εννοείται, ότι δεν υπάρχουν μόνιμες αγκυλώσεις ή συγκάμψεις αρθρώσεων, άρα όταν η σπαστικότητα μπορεί να βελτιωθεί με τη μυϊκή χαλάρωση.