Ντοπινγκ αίματος
Ντόπινγκ στον αθλητισμό είναι η χρήση μιας παράνομης ουσίας ή παράνομης μεθόδου από έναν αθλητή με στόχο την αύξηση των επιδόσεών του. Η WADA έχει εκδώσει και αναθεωρεί κάθε χρόνο μία λίστα με τις ουσίες ή μεθόδους που δεν επιτρέπονται στον αθλητισμό. Ντόπινγκ αίματος θεωρούνται όλες παράνομες πρακτικές αύξησης του αριθμού των ερυθροκυττάρων και της συνολικής μάζας της αιμοσφαιρίνης. Τέτοιες πρακτικές είναι οι μεταγγίσεις αίματος, η rHuEPO, ο επαγόμενος από την υποξία παράγων (HIF), ο συνεχόμενος ενεργοποιητής του υποδοχέα της ερυθροποιητίνης, ακόμα και το γενετικό ντόπινγκ. Νόμιμος τρόπος αύξησης της μάζας της αιμοσφαιρίνης είναι η προπόνηση σε υψόμετρο.
Η ομόλογη ή η αυτόλογη μετάγγιση αίματος είναι μία από αυτές τις παράνομες μεθόδους. Γίνεται όταν μετά από φλεβοτομή αφαιρείται ποσότητα αίματος από συμβατό δότη (ομόλογη) ή από τον ίδιο τον αθλητή (αυτόλογη) αυτή διατηρείται για κάποιο χρονικό διάστημα και εγχέεται στον ασθενή ενδοφλεβίως πριν από κάποια αθλητική δραστηριότητα -αγώνα. Η εργασία αυτή έχει ως στόχο να μελετήσει τη μέθοδο αυτή ντόπινγκ και συγκεκριμένα να αναλύσει το ιστορικό υπόβαθρο των αυτόλογων μεταγγίσεων, να αναλύσει τη διαδικασία των αφαιμαξομεταγγίσεων, τους μηχανισμούς αύξησης της απόδοσης αλλά και τα υπάρχοντα δεδομένα σχετικά με το μέγεθος της αύξησης αυτής, να μελετήσει τέλος τις πιθανές επιπλοκές και τα σημερινά δεδομένα όσον αφορά τον εντοπισμό της και το αντιντόπινγκ.
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η πρώτη μετάγγιση αίματος σε ασθενή έγινε το 1975 ενώ σήμερα οι αυτόλογες μεταγγίσεις χρησιμοποιούνται ευρέως σε αναιμικούς ασθενείς ή ασθενείς που υποβάλλονται σε προγραμματισμένα χειρουργεία. Η θετική επίδραση της αυξημένης ικανότητας μεταφοράς οξυγόνου από το αίμα στους μύες και τους ιστούς ήταν ήδη γνωστή από τη δεκαετία του 1920. Κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου στρατιωτικοί γιατροί πειραματίζονταν σε πιλότους και στρατιώτες σε στρατιωτικά νοσοκομεία στις Η.Π.Α. με στόχο αφ’ ενός να αυξήσουν την αντοχή τους στη μάχη και αφ’ ετέρου να αυξήσουν την ανοχή τους στην υποξία σε μεγάλα υψόμετρα κατά τις πτήσεις, πριν την εισαγωγή των καμπινών σταθερής πίεσης. Πιστεύεται ότι ήδη από το 1950 υπήρχαν πειραματισμοί με ομόλογες μεταγγίσεις σε ποδηλάτες. Η τεχνική της αυτόλογης μετάγγισης αίματος εφαρμόστηκε μάλλον αργότερα κατά τη δεκαετία του 1970 και χρησιμοποιήθηκε κυρίως από αθλητές αντοχής. Στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1972 στο Μόναχο ο Φινλανδός Lasse Virén κέρδισε στα 5.000 και στα 10.000 μέτρα. Μάλιστα στον αγώνα των 10 km σημείωσε παγκόσμιο ρεκόρ παρά την πτώση του. Αν και δεν έχει αποδειχθεί, θεωρείται ο πρωτοπόρος του ντόπινγκ με αυτόλογες μεταγγίσεις, παρόλο που εκείνη την εποχή δεν ήταν απαγορευμένη μέθοδος. Τέσσερα χρόνια αργότερα κέρδισε στο Montreal άλλα 2 χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια στα ίδια αγωνίσματα. Οι αυτόλογες μεταγγίσεις αίματος χρησιμοποιήθηκαν ευρέως από αθλητές αντοχής τις δεκαετίες του 1970 και 1980 και απαγορεύτηκαν από τη διεθνή ολυμπιακή επιτροπή μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες του 1984.
Μετά το 1987 βέβαια, οπότε και διαδόθηκε η ανασυνδυασμένη ανθρώπινη ερυθροποιητίνη, το ντόπινγκ αίματος έχασε εν μέρει τη σημασία του, αφού η ερυθροποιητίνη ήταν απλούστερη και ασφαλέστερη ως μέθοδος. Η δεκαετία του 1990 ήταν εκείνη, που φαίνεται ότι η χρήση της ΕΡΟ κυριάρχησε στους αθλητές αντοχής. Η εισαγωγή όμως του τεστ αντιντόπινγκ που ανίχνευε την ερυθροποιητίνη το 2000, έστρεψε τους αθλητές πάλι στην παλιά μέθοδο των αυτόλογων μεταγγίσεων. Ενδεικτικό παράδειγμα ντοπαρισμένου αθλητή είναι ο Tyler Hamilton. Κέρδισε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 στην ατομική χρονομέτρηση σε δημόσιο δρόμο των 48.000 μέτρων. Στο αντιντόπινγκ κοντρόλ βρέθηκε θετικός σε ομόλογη μετάγγιση, παρόλα αυτά κράτησε προσωρινά το μετάλλιό του καθώς το δεύτερο του δείγμα αίματος καταστράφηκε. Στο γύρο της Ισπανίας, αργότερα την ίδια χρονιά, βρέθηκε οριστικά ντοπαρισμένος και του επιβλήθηκε ποινή αποκλεισμού. Ήταν ο πρώτος αθλητής ο οποίος πιάστηκε ντοπαρισμένος με τεστ το οποίο μπορούσε να εντοπίσει τις ομόλογες μεταγγίσεις αίματος. Το 2011 όταν και ομολόγησε τις μεθόδους ντόπινγκ που είχε χρησιμοποιήσει, του αφαιρέθηκε το ολυμπιακό μετάλλιο. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα μέθοδος αντιντόπινγκ για το ντόπινγκ αίματος με αυτόλογη μετάγγιση, όμως υπάρχουν παραδείγματα αθλητών που έχουν βρεθεί και τιμωρηθεί όταν βρέθηκαν μονάδες αίματος ή τεχνικός εξοπλισμός μεταγγίσεων στα δωμάτιά τους. Παραδείγματα ήταν σκιέρ κατά τους χειμερινούς ολυμπιακούς αγώνες το 2006 και το σκάνδαλο Fuentes επίσης το 2006, κάτι που οδήγησε σε τιμωρία των αθλητών. Ο Jan Ullrich, νικητής του γύρου της Γαλλίας το 1997, ομολόγησε το 2013, ότι με τη βοήθεια του Ισπανού γιατρού Eufemiano Fuentes έτρεχε ντοπαρισμένος με τη μέθοδο των αυτόλογων μεταγγίσεων. O Ullrich ήταν ένας από τους πολλούς αθλητές που αποκλείστηκαν από το γύρο της Γαλλίας και σχετίζονταν με τον Fuentes.
Β. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Οι μεταγγίσεις αίματος χαρακτηρίζονται ως αυτόλογες όταν ο αιμοδότης και ο αιμολήπτης είναι το ίδιο πρόσωπο και σε ομόλογες όταν ο δότης είναι άλλος άνθρωπος.
Το πρώτο βήμα της αυτόλογης μετάγγισης αίματος είναι η αφαίρεση συγκεκριμένης ποσότητας αίματος από τον αθλητή. H αφαίμαξη αφορά συνήθως 1 ή 2 μονάδες δηλαδή 450-900 ml αίματος, αλλά μπορεί να φτάσει και τις 4 μονάδες αίματος. Η αφαίμαξη πραγματοποιείται κάποιες εβδομάδες πριν τον αγώνα. Η συνήθης τακτική είναι να γίνεται 3-4 εβδομάδες πριν, ώστε αφ’ ενός ο οργανισμός του αθλητή να έχει τον απαιτούμενο χρόνο να επαναφέρει κατά το δυνατόν καλύτερο τρόπο τον αιματοκρίτη στα προηγούμενα επίπεδα και αφ’ ετέρου τα ερυθρά αιμοσφαίρια που έχουν αφαιρεθεί να είναι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό αναλλοίωτα. Το αίμα δύναται να αφαιρεθεί και να ψυχθεί αυτοτελές με το πλάσμα ή να φυγοκεντρηθεί και να απομονωθούν μόνο τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Η δεύτερη μέθοδος είναι και η συνήθως προτιμώμενη. Το πλάσμα που προκύπτει από τη φυγοκέντρηση επανεγχέεται ενδοφλεβίως στον αθλητή την ίδια μέρα. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια από την άλλη μεριά συντηρούνται με μέσα που εμποδίζουν την πήξη τους και είτε ψύχονται στους 4°C, είτε καταψύχονται στους -80°C. To αποτέλεσμα της ψύξης είναι να παραμείνουν τα ερυθρά στην ίδια φάση ωρίμανσης.
Η ψύξη στους 4 °C, θεωρείται η περισσότερο διαδεδομένη μέθοδος συντήρησης, μπορεί να συσχετιστεί με εύρος βιοχημικών και μορφολογικών αλλαγών των ερυθρών αιμοσφαιρίων και επιτρέπει τη διατήρηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων μόνο για 4 εβδομάδες, σε εξάρτηση πάντα και με το διάλυμα που χρησιμοποιείται. Αντιθέτως η χρήση γλυκερόλης και η κατάψυξη στους -80°C μεγιστοποιεί τον χρόνο συντήρησης των ερυθροκυττάρων μέχρι και για 10 χρόνια, με κόστος μικρή απώλεια ερυθροκυττάρων. Αυτό δίνει περισσότερη ευελιξία στον αθλητή που θέλει να ντοπαριστεί με αίμα, αφού μπορεί να οργανώσει τις αφαιμάξεις σε χρονικό διάστημα που προηγείται κατά πολύ του αγώνα. Αυτού του είδους η τακτική δεν θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την προετοιμασία του, αφού την προπονητικά κρίσιμη περίοδο πριν τον αγώνα θα έχει φυσιολογικό αιματοκρίτη. Βέβαια η κατάψυξη και η απόψυξη των ερυθροκυττάρων είναι πολύ πιο σύνθετη διαδικασία, πρέπει να γίνουν εξειδικευμένες τεχνικές, χρειάζεται να εμπλακεί περισσότερος εξοπλισμός και προσωπικό και έτσι αυξάνεται ο κίνδυνος για τον αθλητή που θέλει να ντοπαριστεί ώστε να γίνει αντιληπτός. Επίσης οι πιθανότητα επιπλοκών είναι μεγαλύτερη. Γι’ αυτό τον λόγο πιστεύεται ότι η απλή ψύξη χρησιμοποιείται περισσότερο από τους αθλητές που κάνουν ντόπινγκ αίματος.
Λίγο πριν τον αγώνα ή κατά τη διάρκεια του (εάν ο αγώνας διαρκεί πολλές μέρες) ο αθλητής λαμβάνει τα κρυοσυντηρημένα ερυθρά. Η συνολική ποσότητα αίματος στον αθλητή μαζί με την αιμοσφαιρίνη και τον αιματοκρίτη θα σημειώσουν ταχεία άνοδο. Η συνολική ποσότητα αίματος θα επανέλθει γρήγορα στα προηγούμενα επίπεδα μετά από διούρηση σε μερικές ώρες. Εργαστηριακά φαίνεται η επίδραση της επιπλέον ποσότητας αίματος άμεσα με αύξηση της Hb και του Ht.
Γ. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ
Η αιμοσφαιρίνη είναι η πρωτεΐνη που μεταφέρει το οξυγόνο. Η παραγωγή της, όπως και η παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, διεγείρεται από την ορμόνη ερυθροποιητίνη. Η συνθετική μορφή της ερυθροποιητίνης, η ανθρώπινη ανασυνδυασμένη ΕΡΟ (rHuEPO), χρησιμοποιείται ευρέως στην κλινική ιατρική ως μέσον αύξησης της σύνθεσης αιμοσφαιρίνης σε ασθενείς με αναιμία. Αναιμία σύμφωνα με τον WHO είναι η συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης μικρότερη από τα 13 g/dL για τους άντρες και μικρότερη των 12 g/dL για τις γυναίκες.
Κάποιοι αθλητές έχουν κατά καιρούς προσπαθήσει να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους αυξάνοντας τα επίπεδα αιμοσφαιρίνης τους, το λεγόμενο ντόπινγκ αίματος. Αυτές οι πρακτικές συχνά δεν έχουν ελεγχθεί ως προς την ασφάλειά τους από την ιατρική κοινότητα, παρόλα αυτά πολλοί αθλητές είναι πρόθυμοι να λάβουν τον ενδεχόμενο κίνδυνο για την υγεία τους προκειμένου να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους.
Η V02 max είναι μετρήσιμος δείκτης που αντικατοπτρίζει την αερόβια ικανότητα και ορίζεται ως η μέγιστη ποσότητα οξυγόνου που μπορεί να μεταβολιστεί από τον οργανισμό στη μονάδα του χρόνου. Στην εργοσπιρομέτρηση είναι το σημείο που η V02 σχηματίζει πλατό κατά τη μέγιστη φόρτιση, παρά την περαιτέρω αύξηση του έργου και φανερώνει τα όρια του καρδιοαναπνευστικού και του μυϊκού συστήματος.
Στα σπορ αντοχής η μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου (V02 max) είναι σημαντικός παράγοντας της απόδοσης. Εάν δεν υπάρχει αναπνευστικό λειτουργικό πρόβλημα και ο αθλητής βρίσκεται στο επίπεδο της θάλασσας τότε οι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την V02 max είναι η ικανότητα μεταφοράς οξυγόνου από το αίμα, η μέγιστη καρδιακή παροχή και η συνολική μάζα της αιμοσφαιρίνης. Επίσης σημαντική είναι η απόδοση του διαθέσιμου οξυγόνου στους ασκούμενους ιστούς. Το κατά πόσο η V02 max επηρεάζει την απόδοση στα διάφορα αθλήματα εξαρτάται κυρίως από τη φύση του αθλήματος. Η V02max είναι πολύ σημαντικότερη σε αθλήματα αντοχής, όπως το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων, η ποδηλασία, η κωπηλασία και το σκι μεγάλων αποστάσεων.
Γ1. Αύξηση της συνολικής αιμοσφαιρίνης
Η πρώτη φάση του ντόπινγκ αίματος, δηλαδή η αφαίμαξη αίματος, έχει ως άμεση συνέπεια (α) τη μετατόπιση υγρών από τον ενδοκυττάριο και μεσοκυττάριο χώρο ενδαγγειακά και (β) τη μείωση την συνολικής Hb σε επίπεδα μη φυσιολογικά. Η συνέπεια είναι μια μειωμένη ικανότητα μεταφοράς οξυγόνου του αίματος και επομένως η μέγιστη και υπομέγιστη αερόβια ικανότητα των αθλητών είναι μειωμένη και παραμένει μειωμένη μέχρι να αποκατασταθεί η συνολική ποσότητα της αιμοσφαιρίνης και του αιματοκρίτη που έχουν αφαιρεθεί.
Αμέσως μετά την αφαίμαξη λαμβάνουν χώρα οι παρακάτω μηχανισμοί. Πρώτα ενεργοποιούνται οι ευαίσθητοι στην υποξία παράγοντες μετάφρασης (HIFs) και ιδιαίτερα ο HIF-2, τα οποία επιταχύνουν την ενδογενή παραγωγή ερυθροποιητίνης στους νεφρούς. Έτσι επιταχύνεται η παραγωγή ανώριμων μορφών ερυθροκυττάρων στον ερυθρό μυελό. Η παραγωγή στο νωτιαίο μυελό των ανώριμων μορφών των ερυθροκυττάρων (ΔΕΚ) διαρκεί 3-4 ημέρες και μετά απελευθερώνονται στην αιματική κυκλοφορία, όπου και θα χρειαστούν άλλες 2 ημέρες μέχρι να ωριμάσουν πλήρως. Αυτή η ενδογενής ενεργοποίηση της ερυθροποιητίνης και εν τέλει της ερυθροποίησης είναι εντονότερη όταν γίνεται αφαίρεση μεγάλων ποσοτήτων αίματος δηλαδή 1350-2250 ml (αφαιμάξεις που χωρίζονται σε μικρότερες μέχρι 900 ml την εβδομάδα) σε σχέση με μικρότερες αφαιμάξεις της τάξεως των 1350 ml χωρισμένες σε 450 ml την εβδομάδα. Με αυτή τη λογική αναμένεται αθλητές που θέλουν να βελτιώσουν με αυτόν τον τρόπο τις επιδόσεις τους να κάνουν μεγάλους όγκους αφαιμάξεων. Από την άλλη μεριά όσο μεγαλύτερη είναι η αφαίρεση αίματος τόσο περισσότερο χρόνο θα χρειαστεί ο αθλητής μέχρι να επιτευχθεί και πάλι η νορμοκυτταιμία. Σε αυτή την περίοδο ο αθλητής είναι αναιμικός, άρα έχει μικρότερη αερόβια ικανότητα και χειρότερες επιδόσεις. Επίσης αν η αυτόλογη μετάγγιση γίνει πολύ νωρίς θα αποτύχει να αυξηθεί η αιμοσφαιρίνη στο επιθυμητό επίπεδο. Τέλος η συντήρηση του αίματος σε συνθήκες μη ιδανικές, μπορεί να μειώσει τον αριθμό των βιώσιμων ερυθροκυττάρων και να καταστήσει τη μετάγγιση ως μέθοδο ντόπινγκ λιγότερο αποτελεσματική.
Αν ανάμεσα στην αφαίμαξη και τη μετάγγιση μεσολαβήσουν ορισμένες εβδομάδες και τα αποθέματα σιδήρου είναι επαρκή, ώστε να έχει επιτευχθεί ερυθροποίηση στο μεσοδιάστημα, τότε, αν γίνει η μετάγγιση πριν από ένα αθλητικό γεγονός, θα έχει ως αποτέλεσμα να επιτευχθεί η πολυκύτταραιμία, δηλαδή η αύξηση της μάζας της αιμοσφαιρίνης, κατάσταση που είναι και η επιθυμητή. Έτσι αυξάνεται η ικανότητα μεταφοράς οξυγόνου, που είναι και ο κύριος μηχανισμός της αύξησης της αθλητικής απόδοσης μετά από αυτόλογη μετάγγιση αίματος. Επίσης μικρό εργογόνο αποτέλεσμα μπορεί να έχει και η υπερβολαιμική κατάσταση που θα επιτευχθεί μετά τη μετάγγιση και να οδηγήσει και αυτή σε αύξηση επιδόσεων.
Γ2. Αύξηση της V02 max
Η V02 max εκφράζει το ανώτατο όριο της αερόβιας ικανότητας και συγκεκριμένα είναι η μέγιστη ποσότητα οξυγόνου που θα μεταφερθεί στους περιφερικούς ιστούς και θα χρησιμοποιηθεί από τα μιτοχόνδρια των σκελετικών κυρίως μυών για την αερόβια παραγωγή ενέργειας από γλυκογόνο και λιπαρά οξέα. Σύμφωνα με το νόμο του Fick η V02max εκφράζεται με την ακόλουθη εξίσωση:
VO2max = Qmax x (CaO2-CvO2)max,
Όπου Qmax είναι η μέγιστη καρδιακή παροχή, δηλαδή το γινόμενο μέγιστης καρδιακής συχνότητας και μέγιστου όγκου παλμού. Όπου (CaO2-CvO2) max είναι η μέγιστη αρτηριοφλεβική διαφορά μεταφερόμενου οξυγόνου. Ο μηχανισμός αύξησης της αθλητικής απόδοσης μετά από μεταγγίσεις αίματος είναι η αύξηση και της καρδιακής παροχής και της μεταφοράς του οξυγόνου. Οξείες παρεμβάσεις στο συνολικό όγκο αίματος έχει παρατηρηθεί, ότι αυξάνουν τη διαστολική πλήρωση της καρδιάς και κατά συνέπεια τον όγκο παλμού. Η παρέμβαση αυτή η οποία θα μπορούσε να γίνει και με ενδοφλέβια έγχυση ισότονων υγρών, έχει παρατηρηθεί ότι αυξάνει αρκετά τη V02 max, κυρίως όμως σε απροπόνητους αθλητές και λιγότερο σε αθλητές μεγάλων επιδόσεων. Η αύξηση όμως της συνολικής αιμοσφαρίνης του αίματος, αυξάνει τη μάζα των ερυθροκυττάρων και κατά συνέπεια την CaO2, επιτρέποντας μεγαλύτερη μεταφορά 02 ανά λίτρο αίματος και πιθανόν αυξημένο διαθέσιμο 02 στα τριχοειδή αγγεία κάτι που κάνει τη διάχυση 02 ευκολότερη στους σκελετικούς μύες. Η υπερογκαιμία αλλά κυρίως η αυξημένη αιμοσφαιρίνη είναι αρκετά για να αυξήσουν τις επιδόσεις ακόμα και σε κορυφαίους αθλητές. Σε κλινικές μελέτες αποδεικνύεται ότι η αυτόλογη μετάγγιση αίματος αυξάνει το γινόμενο (Q x CaO2)max κατά περίπου 6% κυρίως μέσω της αύξησης της CaO2. Προϋπόθεση της αύξησης των επιδόσεων είναι, ότι η καρδιακή παροχή δεν επηρεάζεται από το αυξημένο ιξώδες του αίματος, που προκύπτει από την αύξηση της αιμοσφαιρίνης. Ο ιδανικός αιματοκρίτης για τη βέλτιστη δυνατή απόδοση θεωρείται ότι είναι αρκετά μεγαλύτερος από το μέσο όρο που παρατηρείται σε υγιείς ενήλικες άνδρες, δηλαδή μεγαλύτερος του 45%.
Γ3. Δυνατότητα για αντιστάθμισης της οξέωσης
Κατά τη διάρκεια έντονης σωματικής δραστηριότητας γίνεται παραγωγή και ταυτόχρονη εξουδετέρωση γαλακτικού οξέος στο επίπεδο του μυϊκού κυττάρου και συστηματικά στο αίμα. Η παραγωγή γαλακτικού οξέος έχει ως αποτέλεσμα αύξηση των συνολικών ιόντων υδρογόνου του οργανισμού και μείωση του pH, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των αντισταθμιστικών μηχανισμών της οξέωσης. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια θεωρούνται ως εξωκυττάριοι αντισταθμιστικοί μηχανισμοί της οξέωσης καθώς έχουν την ικανότητα να δεσμέυουν κατιόντα υδρογόνου και να επαναφέρουν στις φυσιολογικές τιμές το από την άσκηση μειωμένο pH.
Δ. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 όμως αποδείχτηκε ότι οι αυτόλογες ή ομόλογες μεταγγίσεις αίματος, αυξάνουν την μέγιστη αερόβια ικανότητα εκφραζόμενη σε V02 max ή σε καλύτερους χρόνους σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων, ποδηλασίας ή langlauf σκι. Το κατά πόσο η αερόβια ικανότητα θα αυξηθεί αμέσως μετά τη μετάγγιση αίματος ποικίλει από μελέτη σε μελέτη και εξαρτάται από την ποσότητα του αίματος που θα αφαιρεθεί και θα μεταγγιστεί, τη χρονική απόσταση της αφαίμαξης από τη μετάγγιση, την τεχνική κρυοσυντήρησης του αίματος και άλλα.
Μετά την αφαίμαξη παρατηρείται μια μείωση της αερόβιας ικανότητας και των επιδόσεων των αθλητών ακόμα και για 16 εβδομάδες. Η μετάγγιση συμπυκνωμένων ερυθρών σε δεύτερο χρόνο θα αυξήσει τη V02 max για περίπου 20% για 2-4 εβδομάδες. Η αύξηση της απόδοσης που αναμένεται για κάθε μονάδα ερυθρών αιμοσφαιρίων αναμένεται να είναι της τάξεως του 3-15%.Η επίδραση εξαρτάται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες και είναι διαφορετική σε κάθε αθλητή.
Χοντρικά η αύξηση αντιστοιχεί σε βελτίωση του χρόνου των 5 χιλιομέτρων κατά 20-30 δευτερόλεπτα και κατά 4 λεπτά στο μαραθώνιο, ενώ στον ποδηλατικό γύρο Γαλλίας αντιστοιχεί σε βελτίωση κατά 2 ώρες.
Πιο συγκεκριμένα σε μία από τις πρώτες έρευνες που ήλεγξαν τα αποτελέσματα της αυτόλογης μετάγγισης αίματος η TTE (time to exhaustion) δοκιμασία των 5 λεπτών σε δρομείς που έλαβαν 800 ml αίματος που είχαν συλλεχθεί προ 4 εβδομάδων βελτιώθηκε κατά 25%. Επίσης ΤΤΕ δοκιμασία διάρκειας 6 λεπτών βελτιώθηκε κατά 25% όταν 4 συμμετέχοντες έλαβαν κρυοσυντηρημένα ερυθρά αιμοσφαίρια 1200ml που συλλέχθηκαν 30 ημέρες νωρίτερα.
Σε δοκιμασία 5 χιλιομέτρων σε διάδρομο η βελτίωση του χρόνου ήταν της τάξης των 44 δευτερολέπτων. Σε αθλητές Langlauf σημειώθηκε επίσης σημαντική ελάττωση των χρόνων μετά την αυτόλογη μετάγγιση, ενώ σε αθλητές των 10 km παρατηρήθηκε πτώση του χρόνου για ένα λεπτό. Σε δρομείς 3 km η ατομική χρονομέτρηση βελτιώθηκε κατά 5% με 450 ml αίματος, η ατομική χρονομέτρηση σε δρόμο 7-9 λεπτών βελτιώθηκε κατά 16% με 1350 ml αίματος ενώ σε άλλη έρευνα η ατομική χρονομέτρηση 5-6 λεπτών βελτιώθηκε κατά 24% μετά από 900 ml αυτόλογης μετάγγισης. Σε ποδηλάτες παρατηρήθηκε 17% βελτίωση της ατομική χρονομέτρηση των 6-7 λεπτών ενώ σε άλλη έρευνα 30λεπτη ατομική χρονομέτρηση βελτιώθηκε κατά 5%.
Ε. ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
Οι πιθανότερες των επιπλοκών του αντιντόπινγκ σχετίζονται με την αύξηση του αριθμού των ερυθροκυττάρων και κατά συνέπεια με την ποσότητα του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης. Αυτό το γεγονός αυξάνει με τη σειρά του το ιξώδες του αίματος και δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες υπερπηκτικότητας. Επομένως ο κίνδυνος στεφανιαίου επεισοδίου, περιφερικών εμβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων είναι αυξημένος και έχουν σημειωθεί τέτοιοι θάνατοι αθλητών.
Μόλυνση των μονάδων αίματος με βακτήρια, μπορεί να προκαλέσει από απλές λοιμώξεις κατά τη μετάγγιση μέχρι και σηψαιμία ή σηπτικό σοκ. Επίσης σε ομόλογες μεταγγίσεις ή σε μεταγγίσεις πολλών αθλητών με τα ίδια υλικά μετάγγισης ενέχει ο κίνδυνος μόλυνσης με ιούς όπως ο HIV, o HepB και ΗepC. Σε αφαιμάξεις μεγάλων ποσοτήτων αίματος μπορεί προκληθούν επιπλοκές από τη μείωση του συνολικού όγκου πλάσματος ή από -αναιμία. Επίσης συχνά παρατηρούμενες επιπλοκές είναι ναυτία, ίλιγγος, κοιλιακός πόνος και ψυχολογικά προβλήματα.
ΣΤ. ΑΝΤΙΝΤΟΠΙΝΓΚ
Οι ομόλογες μεταγγίσεις μπορούν να ανιχνευτούν από το 2003, χάρη σε ένα τεστ αντιντόπινγκ που αναπτύχθηκε από τον Αυστραλό Μichael Ashenden και τους συνεργάτες του. Βασίζεται στο γεγονός, ότι κατά πάσα πιθανότητα 2 άνθρωποι θα έχουν και διαφορές στο σύνολο των αντιγόνων του αίματός τους. Το τεστ μπορεί να ανιχνεύσει διαφορές αντιγόνων ακόμα και μικρότερες του 5%. Η μέθοδος ήταν αρχικά διαθέσιμη σε 2 εργαστήρια σε Λωζάνη και Σίδνεϋ και χρησιμοποιείται από τη WADA από το 2004.
Οι αυτόλογες μεταγγίσεις είναι ακόμα και σήμερα μη ανιχνεύσιμες παρά τα χρήματα που επενδύονται κάθε χρόνο από τη WADA, ώστε να βρεθεί αξιόπιστη μέθοδος ανίχνευσης. Όμως ουσίες που χρησιμοποιούνται κατά την επεξεργασία του αίματος όπως η αιθυλενογλυκερόλη, τα αντιπηκτικά και τα υπολείμματα από πλαστικό από τις σακούλες όπου αποθηκεύονται οι μονάδες μπορούν να ανιχνευτούν και αποτελούν ισχυρή ένδειξη ότι κάποιος έχει χρησιμοποιήσει ντόπινγκ αίματος. Επιπλέον η τιμή του αιματοκρίτη ή η ποσότητα ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι έμμεσες ενδείξεις ντόπινγκ όταν υπερβαίνουν συγκεκριμένα όρια.
Προς το παρόν για να μειωθεί όσο γίνεται η χρήση της αυτόλογη μετάγγιση αίματος έχει υιοθετηθεί το βιολογικό διαβατήριο. Η βασική αρχή του βιολογικού διαβατηρίου ο μακροχρόνιος έλεγχος συγκεκριμένων βιολογικών παραγόντων στο αίμα, η μεταβολή των οποίων θα είναι ισχυρή ένδειξη ντόπινγκ του αθλητή, χωρίς να μπορεί απαραίτητα να ταυτοποιηθεί και η μέθοδος ντόπινγκ που έχει χρησιμοποιηθεί. Το βιολογικό διαβατήριο ξεκίνησε να εφαρμόζεται το 2009 και αρχικά συμπεριελήφθησαν αιματολογικοί παράμετροι για να μπορέσει να ελεγχθεί το ντόπινγκ αίματος. Η εξέλιξη του βιολογικού διαβατηρίου περιλαμβάνει τον μακροχρόνιο έλεγχο στεροειδών ουσιών στα ούρα για την πρόληψη του ντόπινγκ με στεροειδή.
Ζ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το ντόπινγκ αίματος έχει ακόμα και σήμερα ευρύτατη εφαρμογή μεταξύ πολλών αθλητών, αλλά κυρίων μεταξύ εκείνων που θέλουν να βελτιώσουν την αερόβια αντοχή τους. Η μέθοδος αυτή έχει μακρά ιστορία στο χώρο του αθλητισμού. Αφού σημείωσε ύφεση με την κυκλοφορία της ανασυνδυασμένης ερυθροποιητίνης το 1980 και 1990, ξεκίνησε να επαναχρησιμοποιείται μετά την εισαγωγή του αντιντόπινγκ τεστ το οποίο ανίχνευε την ΕΡΟ. Η θετική επίδραση στην απόδοση έχει αποδειχθεί από πολλές μελέτες, αν και δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί εύκολα, αφού πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο στη βελτίωση αυτή, όπως το άθλημα, η χρονική περίοδος της αφαίμαξης και της μετάγγισης, το ποσό αίματος που θα αφαιρεθεί αλλά και οι μέθοδοι συντήρησης. Η επίδραση πάντως, πέρα από κάθε αμφιβολία είναι τεράστια, αφού οι χρόνοι βελτιώνονται σε μεγάλο βαθμό τόσο σε αγωνίσματα ημιαντοχής όσο και αντοχής. Αξιόπιστο τεστ εντοπισμού των αυτόλογων μεταγγίσεων δεν υπάρχει ακόμα, έτσι οι εθνικοί και οι παγκόσμιοι οργανισμοί αντιντόπινγκ έχουν εισάγει έμμεσους τρόπους εντοπισμού των αθλητών που ντοπάρονται, όπως το βιολογικό διαβατήριο στο οποίο καταγράφεται το ιστορικό αναλύσεων αίματος κάθε αθλητή σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του.
Πηγές: